Την περασμένη περίοδο οι συμμετοχές του (23) ήταν μειωμένες κατά 50% σε σύγκριση με την προηγούμενη τετραετία, τα τέρματά του (6) στο ένα τρίτο ή και στο ένα τέταρτο εκείνων της πρώτης τριετίας.
Στη θητεία του στον Ολυμπιακό Πειραιώς (2019-24) ο Γιουσέφ Ελ Αραμπί αγωνιζόταν κάθε χρόνο και λιγότερο, το μόνο που -πλην της ηλικίας του- αυξανόταν σταθερά ήταν ο αριθμός των παιχνιδιών, στα οποία (δεν ήταν στην ενδεκάδα, αλλά) ερχόταν από τον πάγκο.
Πέραν της ταυτότητας, συνεπώς, και οι αριθμοί καταδεικνύουν πως ο Μαροκινός είναι στη δύση της καριέρας του. Εντούτοις στον ΑΠΟΕΛ, διοίκηση και προπονητής τον εμπιστεύτηκαν για διετή συνεργασία.
Μοιάζει (και θα είναι, αν όντως υπάρχει) παράλογη η προσδοκία να προσφέρει ο Ελ Αραμπί ό,τι ο Γκιόργκι Κβιλιτάια σε «βρόμικη», αθέατη δουλειά και σε διάρκεια. Οδεύοντας προς τα 38 ο Μαροκινός δεν είναι ο παίκτης που θα αθροίζει 90λεπτα πιέζοντας την αντίπαλη άμυνα και διεκδικώντας κάθε μπαλιά, όπως έκανε ο 31χρονος Γεωργιανός. Πολύ δε περισσότερο, αν στις εντός συνόρων υποχρεώσεις προστεθούν και τα παιχνίδια στη league phase κάποιας ευρωπαϊκής διοργάνωσης.
Ο Νταβίντ Γκαγέγο το γνωρίζει, λογικά, καλύτερα από όλους. Μένει να αποδειχθεί, αν ξέρει και τον τρόπο να αναδείξει στο μέγιστο βαθμό την ειδοποιό διαφορά του Ελ Αραμπί από τους προκατόχους του: το ένστικτο του σκόρερ, την (οξυμένη) αίσθηση του γκολ.
Αν τύχει της σωστής διαχείρισης σε ό,τι αφορά το χρόνο συμμετοχής και την τροφοδοσία του ο Μαροκινός είναι σε θέση να προσφέρει ό,τι έλειπε από τους «γαλαζοκίτρινους» τα τελευταία χρόνια: το εύκολο γκολ.
Το προσδοκώμενο όφελος ευρίσκεται, συνεπώς, στα ύψη. Το ίδιο ισχύει και για το μέγεθος της πρόκλησης να αξιοποιηθεί άριστα ο Ελ Αραμπί. Μέγα ρίσκο, μέγα κέρδος…