Σαν Μαρίνο: Η τεράστια επανάσταση που έφερε την ιστορική νίκη

Οι ποδοσφαιριστές που αντικατέστησαν τους τουρίστες, η τεράστια αλλαγή νοοτροπίας και ο φιλόδοξος προπονητής που έβαλε όρους πριν υπογράψει συμβόλαιο

Γιατί νίκησε η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου του Σαν Μαρίνο μετά από 20 χρόνια; Η είδηση από μόνη της είναι εντυπωσιακή και δεν χρειάζεται πολλές αναλύσεις. Το 1-0 επί του Λιχτενστάιν στην πρεμιέρα του Nations League το βράδυ της Πέμπτης 5 Σεπτεμβρίου αρκεί από μόνο του για να κάνει την ομάδα viral και No1 trend στα social media όλου του κόσμου. Πρόσωπα όπως ο 19χρονος σκόρερ Νίκο Σένσολι ή ο νέος προπονητής Ρομπέρτο Τσέβολι έγιναν βασιλιάδες της μίας νύχτας.

Μόνο που, σε αντίθεση με το παρελθόν, η φιλοδοξία αυτών των δύο, αλλά και των άλλων μελών της ομάδας, δεν είναι ο ποδοσφαιρικός τουρισμός, αλλά το ίδιο το ποδόσφαιρο. Πρόκειται για μια τεράστια αλλαγή νοοτροπίας, μια επανάσταση στην κοσμοθεωρία που έχουν οι Σαμαρινέζοι για το ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό γενικότερα. Μια επανάσταση που ξεκίνησε ήδη, κι αν συνεχιστεί και εδραιωθεί θα φέρει πολύ καλύτερα αποτελέσματα στο μέλλον.

Ολίγη ιστορία, μάλλον γνωστή σε όσους αρέσουν οι ιστορίες που φτιάχνει το ποδόσφαιρο: Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία του Σαν Μαρίνο ιδρύθηκε το 1931  κι επί χρόνια λειτουργούσε σε σύνδεση με την ιταλική. Εθνική ομάδα του Σαν Μαρίνο εμφανίστηκε πρώτη φορά ανεπίσημα στους Μεσογειακούς Αγώνες του 1987 στη Συρία, αλλά για τη FIFA ως πρώτο ματς μετράει αυτό με την Ελβετία στις 14 Νοεμβρίου 1990 (0-4).

Τα αποτελέσματα είναι, λίγο-πολύ, γνωστά: 206 επίσημα ματς, 2 νίκες, 9 ισοπαλίες και 195 ήττες, με 34 γκολ υπέρ και 824 κατά. Με αποκορύφωμα την τελευταία θέση στο ranking της FIFA (No211), κάτω ακόμα και από ομάδες που εκπροσωπούν κράτη και περιοχές ίσου ή παρόμοιου πληθυσμού από την Καραϊβική, την Ωκεανία κτλ.

Όλη αυτή η ποδοσφαιρική απαξίωση ήταν μάλλον αποτέλεσμα επιλογών, παρά… αμπαλοσύνης. Οι περήφανοι Σαμαρινέζοι αρνήθηκαν πεισματικά, και αρνούνται ακόμα, να υποκύψουν στις διάφορες σειρήνες, προκειμένου να βελτιώσουν τα αποτελέσματά τους.

Αν το ήθελαν, θα μπορούσαν να το έχουν κάνει και εύκολα μάλιστα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ίδιας της κυβέρνησης, υπάρχουν τουλάχιστον 150.000 Ιταλοί υπήκοοι που έχουν κάποια σχέση με το Σαν Μαρίνο (πατεράδες, μανάδες, παππούδες κτλ.). Αν έψαχνε κανείς διεξοδικά, θα έβρισκε οπωσδήποτε κάποιους ποδοσφαιριστές ανάμεσά τους, πολύ καλύτερους από αυτούς που φόρεσαν τη φανέλα της εθνικής και «πρόθυμους» να ζήσουν την εμπειρία διεθνών αγώνων, αφού δεν θα βρίσκονταν ποτέ στο επίπεδο να φορέσουν τη φανέλα της «σκουάντρα ατζούρα».

Κι αν δεν πετύχαινε αυτό, υπήρχε πάντα η «πονηρή» διέξοδος της υπηκοότητας: Γιατί να μην επιλέξει το Σαν Μαρίνο 15-20 καλούς ποδοσφαιριστές από την Ιταλία (ή παιδιά μεταναστών που ζουν στην Ιταλία) και να τους δώσει την υπηκοόοτητα του, με αντάλλαγμα να προσφέρουν τις ποδοσφαιρικές τους υπηρεσίες στην εθνική;

 

 

Όλα αυτά που αναφέραμε, τα οποία γίνονται κατά κόρον πια σε όλο τον κόσμο, θεωρούνται αδιανόητα στο Σαν Μαρίνο. Γι’ αυτό και η εθνική ομάδα λειτουργούσε επί δεκαετίες σαν μια συλλογή εμπειριών για όσους είχαν την τύχη να γεννηθούν εκεί και να κλωτσάνε το τόπι σε καλύτερο επίπεδο από τους άλλους.

Φανταστείτε την εικόνα: Είσαι ασφαλιστής, υπάλληλος τράπεζας, ή πωλητής σε μια εταιρεία διανομής αναψυκτικών. Αντί να κανονίζεις με τους συναδέλφους σου ένα παιχνίδι «5Χ5» μετά τη δουλειά, παίρνεις επισήμως άδεια από τη δουλειά σου (με ειδικό έγγραφο της ομοσπονδίας ποδοσφαίρου του Σαν Μαρίνο) και για δύο-τρεις ημέρες ζεις ένα όνειρο: Πατάς το χορτάρι του «Γουέμπλεϊ», της «Αλιάντζ Αρένα», του «Σταντ ντε Φρανς». Ανταλλάζεις χειραψία με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Λεβαντόφσκι, τον Χάαλαντ, τον Μπέλιγχαμ. Βγάζεις selfie στα αποδυτήρια και μέσα στο γήπεδο. Τραγουδάς τον εθνικό ύμνο της χώρας σου.

Και χάνεις, βέβαια. Κάποιες φορές χάνεις και με πολλά γκολ. Αυτό είναι το κακό μέρος του ονείρου. Αλλά μπρος στην εμπειρία αυτή, που ελάχιστοι μη επαγγελματίες ποδοσφαιριστές έχουν στη ζωή τους, τι είναι να φας και 5-6 γκολ σ’ ένα παιχνίδι;

Αυτή η νοοτροπία, του ποδοσφαιρικού τουρίστα, του ανθρώπου της διπλανής πόρτας που ντύνεται διεθνής ποδοσφαιριστής σ’ ένα βράδυ και ζει το όνειρο, οδηγούσε το Σαν Μαρίνο μέχρι τώρα.

Ο Νταβίντε Γκουαλτιέρι, παλαίμαχος πια παίκτης του Σαν Μαρίνο, είχε πει σε συνέντευξή του ότι κάθε πρωί πριν πάει στη δουλειά (είναι πωλητής σε κατάστημα μικροσυσκευών) την ώρα που ξυριζόταν έβλεπε σε βίντεο το γκολ που είχε πετύχει κατά της Αγγλίας το 1993. Αυτό το γκολ ήταν για χρόνια το γρηγορότερο που είχε σημειωθεί ποτέ σε προκριματικά Παγκοσμίου Κυπέλλου, μόλις 8,3 δευτερόλεπτα μετά τη σέντρα.

 

 

Ακόμα και ο νυν αρχηγός, o 35χρονος Ματέο Βιταϊόλι, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC παραδέχτηκε ότι οι συνάδελφοί του στο γραφείο (είναι σχεδιαστής γραφικών) τον κοιτάζουν με ζήλεια όταν τους εξιστορεί τις εμπειρίες του από τα διεθνή ματς. Είναι μέλος της εθνικής ομάδας για 17 χρόνια, από το 2007, κι έχει γυρίσει πραγματικά όλη την Ευρώπη.

Γι’ αυτό και η εθνική ομάδα του Σαν Μαρίνο συγκινεί ελάχιστους θεατές. Μόλις 914 εισιτήρια κόπηκαν στο ιστορικό ματς εναντίον του Λιχτενστάιν την Πέμπτη. Συγγενείς και φίλοι, δηλαδή.

Όλη αυτή η τουριστική νοοτροπία ανήκει στο παρελθόν. Η επανάσταση ξεκίνησε, με μπροστάρη τον προπονητή Τσέβολι.

Γεννημένος το 1968 στο Ρίμινι, την πιο κοντινή ιταλική πόλη στο Σαν Μαρίνο, έκανε μια συμπαθητική καριέρα ως κεντρικός αμυντικός σε ομάδες Γ’ και Β’ κατηγορίας, αλλά και 34 συμμετοχές στην Τορίνο το 1996-97. Από το 2008 βρίσκεται στους πάγκους ως προπονητής, έχει περάσει από Μόντσα, Ρετζίνα (τρεις φορές), Νοβάρα, τέτοιο επίπεδο. Παντρεύτηκε γυναίκα από το Σαν Μαρίνο και πολιτογραφήθηκε Σαμαρινέζος, όμως είχε σταματήσει την καριέρα του και δεν έπαιξε στην εθνική.

Όταν τον περασμένο Δεκέμβριο προσεγγίστηκε από την ομοσπονδία του Σαν Μαρίνο να αναλάβει προπονητής, τα ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή: Αν ήθελαν επικεφαλής τουριστικού γκρουπ, θα έπρεπε να ψάξουν για κάποιον άλλο. Αυτός θα λειτουργούσε ως κανονικός προπονητής. Που θα έψαχνε για κανονικούς ποδοσφαιριστές. Παιδιά νέα σε ηλικία, τα οποία θα ήταν σε τέτοιο επίπεδο που θα είχαν προτεραιότητα να παίξουν ποδόσφαιρο επαγγελματικά, έστω σε μικρές κατηγορίες της Ιταλίας, και όχι στην (μετά βίας) ημι-επαγγελματική λίγκα του Σαν Μαρίνο.

Η ομοσπονδία το δέχτηκε. Και ο Τσέβολι πριν σηκώσει τα μανίκια για να δουλέψει, κάλεσε τους «παλιούς» της εθνικής και τους εξήγησε το νέο καθεστώς. Τέρμα πια η τουριστική νοοτροπία. Αυτός που θα μπορούσε να βάλει προτεραιότητα το ποδόσφαιρο, δηλαδή να αφιερώσει ώρες πολλές στο γήπεδο, θα έπαιζε. Και παράλληλα βγήκε στη γύρα για να βρει παίκτες, οι οποίοι είχαν αποφασίσει να κυνηγήσουν ποδοσφαιρικά όνειρα.

Κάπως έτσι ο «πρώτος» γκολκίπερ, ο έμπειρος 27χρονος Μπενεντετίνι, έκανε χώρο στον 23χρονο Εντοάρντο Κολόμπο, που πέρασε κι από τις ακαδημίες της Γιουβέντους πιο μικρός και την περασμένη σεζόν έπαιξε στη Ρίμινι (Γ’ κατηγορία). Κάπως έτσι προωθήθηκαν οι 18χρονοι δίδυμοι αδελφοί Τζάκομο και Τομάζο Μπενβενούτι, που αγωνίζονται στην ομάδα νέων της Σασουόλο. Κάπως έτσι βρήκε θέση στην ενδεκάδα και ο Σένσολι, ο σκόρερ του ιστορικού γκολ εναντίον του Λιχτενστάιν, ένα 19χρονο παιδί που έπαιξε πέρυσι Δ’ κατηγορία Ιταλίας με τη Σαντζουλιάνο.

Όποιος παρακολούθησε στενά τα ματς του Σαν Μαρίνο υπό τις οδηγίες του Τσέβολι τη βλέπει αυτή τη διαφορά ταχύτητας και νοοτροπίας. Τα πρώτα ματς επέμεινε ο Τσέβολι να τα δώσει η ομάδα μ’ έναν αντίπαλο στα μέτρα της, γι’ αυτό η ομοσπονδία φιλοξένησε τον Μάρτιο την εθνική ομάδα του Σεντ Κιτς και Νέβις για δύο απανωτά φιλικά. Τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα (1-3 και 0-0), όμως ο Τσέβολι είχε δει αυτά που ήθελε.

Στα φιλικά του Ιουνίου με Σλοβακία (0-4) και Κύπρο (1-4), επειδή καταλάβαινε τη διαφορά ποιότητας, ζήτησε από τους παίκτες να τα δώσουν όλα μέχρι το τέλος. Και πανηγύρισε και ο ίδιος το γκολ του Τζοκόντι στο 81’ εναντίον της Κύπρου, αν και ήταν μια απλή μείωση του σκορ. Η δικαίωση έμελλε να έλθει στο παιχνίδι του Σεπτεμβρίου. Και έπεται συνέχεια.

Πηγή: Sdna.gr

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο