Στο προσκήνιο της δημόσιας συζήτησης επανήλθε εδώ και μερικές ημέρες το θέμα του αριθμού των ομάδων στην α΄ κατηγορία της ΚΟΠ. Για τη σεζόν 2018/19 οι ομάδες έχουν μειωθεί σε δώδεκα, όμως, πριν καν δοθεί η σέντρα στο νέο πρωτάθλημα, ήδη ξεκίνησε η συζήτηση σχετικά με την επαναφορά στον αριθμό των δεκατεσσάρων ομάδων για τη σεζόν 2019/20, με την κάθε πλευρά να έχει τα δικά της επιχειρήματα υπέρ της θέσης που υποστηρίζει.
Ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Ποδοσφαιριστών (ΠΑ.Σ.Π.), ως βασικό ενδιαφερόμενο μέρος του κυπριακού ποδοσφαίρου, απέστειλε πρόσφατα στην ηγεσία της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (ΚΟΠ) μια πρόταση αναφορικά με το θέμα, θέτοντας παράλληλα το Σύνδεσμο στη διάθεση των ιθύνοντων του αθλήματος.
Κατ’ αρχάς, ο ΠΑ.Σ.Π. δεν παίρνει θέση αν οι ομάδες πρέπει να είναι δώδεκα, δεκατέσσερις ή άλλο αριθμό. Αντιθέτως, ο Σύνδεσμος τονίζει μέσα από την πρόταση του, ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η οικονομική σταθερότητα για όλους μέσω της μείωσης του σημαντικού οικονομικού χάσματος μεταξύ των «μεγάλων» και των «μικρών» ομάδων, κάτι που θα δώσει τη δυνατότητα να συζητηθεί στη συνέχεια σε βάθος το μέγεθος του κάθε πρωταθλήματος, χωρίς οι ομάδες να ανησυχούν ακόμη και για τη βιωσιμότητα τους σε περίπτωση υποβιβασμού.
Στην πρόταση που απέστειλε στην ΚΟΠ, ο ΠΑ.Σ.Π. πρώτα απ΄ όλα ξεκινάει με το ερώτημα «τι θέλουμε να επιτύχουμε; Επιθυμούμε την ποσότητα έναντι της ποιότητας, ή το αντίθετο;». Ο ΠΑ.Σ.Π. τονίζει στην ΚΟΠ ότι θα συνέφερε στον Σύνδεσμο να υπήρχαν περισσότερες ομάδες στην α΄ κατηγορία, για να υπάρχουν έτσι περισσότερες θέσεις εργασίας για επαγγελματίες ποδοσφαιριστές. Όμως, συμπληρώνει πως, οι οικονομικές δυσκολίες που ενδέχεται να δημιουργηθούν απ΄ αυτό το σενάριο, δεν αποκλείεται να γυρίσουν μπούμερανγκ στους ίδιους τους ποδοσφαιριστές.
Ακολούθως ο ΠΑ.Σ.Π. φτάνει στην ουσία της πρότασης του. Συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος προτείνει το διαχωρισμό των ομάδων της α΄ και της β΄ κατηγορίας σε τέσσερις βαθμίδες ανάλογα με το ύψος του προϋπολογισμού τους και ταυτόχρονη μείωση του οικονομικού χάσματος μεταξύ των ομάδων στις διάφορες βαθμίδες. Η χρηματοδότηση του εγχειρήματος μπορεί να γίνει μέσω των χρημάτων που συγκεντρώνονται από τα πρόστιμα ή/και μέσω συνεισφοράς από το μέρισμα των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Είναι σημαντικό για τον ΠΑ.Σ.Π., ο υποβιβασμός για μια ομάδα να μην σημαίνει οικονομικό στραγγαλισμό αλλά αγωνιστική περισυλλογή για να επανέλθει πιο δυνατή.
Στην α΄ βαθμίδα μπορούν να τοποθετηθούν οι έξι παραδοσιακά μεγάλες ομάδες της α΄ κατηγορίας, οι οποίες θα έχουν έναν υποθετικό προϋπολογισμό 100/100. Από κει και πέρα, στη β΄ βαθμίδα μπορούν να τοποθετηθούν οι υπόλοιπες ομάδες της α΄ κατηγορίας με έναν υποθετικό προϋπολογισμό 50-60/100. Στη γ΄ βαθμίδα μπορούν να μπουν οι έξι τοπ ομάδες της β΄ κατηγορίας με απαιτούμενο υποθετικό προϋπολογισμό 30-50/100. Τέλος, στη δ΄ βαθμίδα θα μπουν οι υπόλοιπες ομάδες της β΄ κατηγορίας, οι οποίες θα έχουν υποχρεωτικά προϋπολογισμό 20-30/100.
Θεωρώντας ότι οι ομάδες της β΄ και γ΄ βαθμίδας αποτελούν τον κορμό του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Κύπρο και αυτές που διεκδικούν παραμονή ή άνοδο στην α΄ κατηγορία (Άρης, Εθνικός, Αλκή, Δόξα, Πάφος, Ερμής, ΕΝΠ, Ολυμπιακός, Νέα Σαλαμίνα, Καρμιώτισσα, Δερύνεια, Οθέλλος κλπ.), η μείωση της ψαλίδας με τις υπόλοιπες ομάδες, θα τις βοηθήσει να μην αντιμετωπίζουν τυχόν παρουσία στην β΄ κατηγορία ως καταστροφή.
Βέβαια, για να επιτευχθούν τα πιο πάνω, είναι απαραίτητο τα σωματεία να έχουν οικονομική σταθερότητα, ανάπτυξη σε όλους τους τομείς (αγωνιστικό, εγκαταστάσεις, λειτουργικό κλπ) και σχεδιασμό ανάπτυξης για να λειτουργούν επαγγελματικά και να ευημερούν οικονομικά.
Διασφαλίζοντας τα πιο πάνω, τότε πολύ εύκολα θα μπορεί να σχεδιαστεί και το αγωνιστικό κομμάτι, δηλαδή εάν θα υποβιβάζονται τρεις ή τέσσερις ομάδες ή εάν θα υποβιβάζονται δύο και θα έχουμε αγώνες παραμονής κλπ.
Σημαντική είναι και η αναβάθμιση των γηπεδικών εγκαταστάσεων, για να μπορούν τα μικρά σωματεία να εκμεταλλεύονται οικονομικά τα παιχνίδια στην έδρα τους.
Κλείνοντας στην επιστολή του προς την ΚΟΠ, ο ΠΑ.Σ.Π. στέλνει το μήνυμα πως για να πάει μπροστά το ποδόσφαιρο, χρειάζονται όλοι να αλλάξουν τον τρόπο σκέψης, να επενδύσουν ουσιαστικά στα σωματεία και μέσα από μια συλλογική και αλληλέγγυα προσπάθεια να βρουν την καλύτερη λύση για όλους και όχι για τα προσωπικά συμφέροντα του κάθε ενός.