Όσα χρόνια και αν περάσουν, ο Ότο Ρεχάγκελ θα είναι στην καρδιά κάθε Έλληνα. Ο Γερμανός προπονητής έγραψε το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία της χώρας μας, οδηγώντας την Εθνική Ελλάδας στην κατάκτηση του Euro 2004.
- «Δεν είχε ιδέα»: Σοκαρισμένος και απογοητευμένος ο Λεκλέρ με τη μεταγραφή Χάμιλτον!
- Όλα τα ζευγάρια στους «16» του Κυπέλλου Αγγλίας!
Σε μια μεγάλη συνέντευξη στο ACTION 24, ο Ρεχάγκελ θυμάται ξανά τον άθλο της «γαλανόλευκης», μιλάει για τη ζωή του σήμερα, ενώ στέκεται και στη γνωριμία του με την Μαρία Κάλλας.
Ένα απόσπασμα από τη συνέντευξη του Ότο Ρεχάγκελ στο ACTION 24:
Για τη συνάντηση που είχε με κάποιους από τους πρώην παίκτες του: «Μόλις ήμουν με κάποιους από τους πρώην παίκτες. Τον Καραγκούνη, τον Φύσσα και τον Δέλλα. Ήπιαμε καφέ και θυμηθήκαμε παλιές αναμνήσεις. Ήμασταν στο σπίτι του Καραγκούνη, και θυμηθήκαμε τις αθλητικές αναμνήσεις. Φάγαμε, δεν μπορώ να περιγράψω τι ήταν, άλλα ήταν κρέας».
Για το τι σημαίνει για εκείνον η Ελλάδα: «Έδειξα σήμερα μια φωτογραφία, όταν ήμουν στην Ακρόπολη πριν 40 χρόνια. Αν κάποιος μου έλεγε ότι στο μέλλον θα έλθεις εδώ και θα γιορτάσεις μια τεράστια επιτυχία θα ήταν κάτι απίστευτο».
Πώς αισθάνεται ατομικά που κατέκτησε το Euro: «Είχα φυσικά ένα βιογραφικό προηγουμένως, με μεγάλες επιτυχίες στη Γερμανία. Ο Ρούντι Φέλερ πρώην παίκτης, όταν πήγα στην Ελλάδα είπε τι κάνω τώρα. Κανείς δεν το πίστευε και έτσι προέκυψε μια ιδιαίτερη κατάσταση. Εγώ πιστεύω στις συγκυρίες. Συνάντησα σημαντικούς ανθρώπους που βρίσκονταν στο απόγειο της ζωής του και τους τοποθέτησα έτσι, ώστε να πετύχουν, να εκμεταλλευτούν τις ικανότητές τους με όσο μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα γίνεται».
Για την ηρωϊκή υποδοχή που κατέληγε στο Παναθηναϊκό Στάδιο: «Η υποδοχή στο Παναθηναϊκό Στάδιο ήταν ασυνήθιστο. Καταπληκτικό βράδυ. Ήταν γεμάτο, φτάσαμε βράδυ και ήταν όλες οι θέσεις κατειλημμένες, ήμασταν ευτυχισμένοι. Ήμουν και εγώ ευτυχισμένος. Με είχαν επιλέξει και είχα εκπληρώσει τις ελπίδες που ήταν πάνω μου και με γέμιζε χαρά».
Για το ότι η Ελλάδα ήταν το μεγάλο αουτσάιντερ, αλλά κατάφερε να το πάρει: «Ήμασταν το μεγάλο αουτσάιντερ. Ίσως μας υποτίμησαν. Κατά τη διάρκεια του αγώνα ίσως αντιλαμβανόταν ότι και η Ελλάδα μπορεί να παίξει. Και τότε είπα, ότι πριν το αντιληφθούν οι άλλοι, πρέπει να προκριθούμε. Υπήρχαν οι Γάλλοι, οι Τσέχοι και οι Πορτογάλοι που ήταν το μεγάλο φαβορί. Το εναρκτήριο παιχνίδι είχε μεγάλη προβολή. Η Πορτογαλία του Ρονάλντο εναντίον της Ελλάδας.
Και στη συνέχεια καταλάβαμε κι εμείς ότι... εγώ το γνώριζα ήδη, γιατί είχα παρακολουθήσει την Ελλάδα μια φορά πριν από χρόνια και είχα σκεφτεί ότι δεν είναι τόσο κακή. Διαφορετικά δεν θα το είχα κάνει κιόλας. Είχα λοιπόν και κάποια ελπίδα. Στη συνέχεια είδα στα φιλικά ότι πρόκειται για καταπληκτικές παρουσίες, καταπληκτικά παιδιά, ένας συγκεκριμένος συνδυασμός από ιδιαίτερους παίκτες με ιδιαίτερες ικανότητες, τόσο σωματικά όσο και στο μυαλό και την τακτική. Όλα αυτά ταίριαξαν. Οι άλλοι δεν το ήξεραν αυτό, εγώ όμως το ήξερα».
Για το αν υπάρχουν σήμερα παίκτες όπως ο Μαραντόνα και ο Πελέ: «Ο Μέσι και ο Ρονάλντο. Παλαιότερα υπήρχαν οι Ζιντάν, Πελέ, Βέλερε, Φριτς Βάλτερ, Φραντς Μπεκενμπάουερ. Πάντα θα υπάρχουν. Ο καλός Θεός στέλνει τους ανθρώπους στη γη. Με ρώτησαν πότε θα έχουμε ξανά μια τόσο καλή ομάδα. Απάντησα ότι θα έχουμε, όταν αποκτήσουμε νέα Μαρία Κάλλας, όμως δεν υπάρχει καμία Μαρία Κάλλας εδώ. Τώρα δεν έχουμε την ομάδα που είχαμε, δηλαδή τους παίκτες. Τα παιδιά που παίζουν τώρα πρέπει να διεκδικήσουν τις ευκαιρίες τους και να το εκμεταλλευτούν».
Για το αν η Εθνική μπορεί τώρα να προκριθεί στο Euro 2024: «Θα σας απαντήσω με ένα απόφθεγμα του Γκαίτε. Έχω μεν ελπίδα, αλλά μου λείπει η πίστη».
Αν θα ήταν προπονητής ακόμα και σήμερα, θα φανταζόταν τον εαυτό του να ανάλβει μια ομάδα της Super League: «Όταν είναι κάνεις προπονητής για πολύ καιρό όπως εγώ και τώρα το είπε και ο Κλοπ, ότι δεν υπάρχει πια μεγάλο κίνητρο. Όταν το κάνεις αυτό για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, για μια ολόκληρη ζωή όπως κι εγώ, στη συνέχεια θέλεις να απολαύσεις την ελευθερία σου. Αυτό είναι αλήθεια».
Για αυτά που κάνει τώρα: «Δραστηριοποιούμαι στον κοινωνικό τομέα, είμαι έφορος στην πανεπιστημιακή κλινική, επίσης στο Ίδρυμα του Ζεπ Χέρμπεγκερ που ανήκει στη Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Απονέμω κύπελλα στα πρωταθλήματα ανθρώπων με αναπηρία και στους τυφλούς ποδοσφαιριστές.
Ήμουν επίσης δέκα μέρες στο Αφγανιστάν με τους στρατιώτες. Με ρώτησε η κυβέρνηση, αν θα ήθελα να τους επισκεφθώ και είπα γιατί όχι. Πήγα λοιπόν στο Μασάι Έλ-Σαρίφ. Χάρηκαν πολύ. Οι νέοι έκαναν το πρωί κάποια πράγματα και το βράδυ παίζαμε λίγο ποδόσφαιρο. Φροντίσαμε να έχουν αλλαγή παραστάσεων. Ήταν όλοι νέοι άνθρωποι.
Στεναχωρήθηκα πολύ όταν είδα όλες τις πλακέτες για τους νεαρούς πεσόντες. Ήταν 21, 22, 23 ετών. Ήθελαν να ζήσουν, αλλά έπρεπε να πεθάνουν. Είναι τραγικό».
Για τις εμπειρίες που έχει ζήσει και τη φιλοσοφία του: «Είμαι λίγο μεγαλύτερος από ό,τι φαίνομαι. Και μεγάλωσα μέσα στον πόλεμο, το 1943, 1944, 1945, όταν οι Αμερικανοί βομβάρδισαν το Ρουρ, εκεί που ζούσα. Καταστράφηκαν τα πάντα. Ο κόσμος δεν είχε πια τίποτα, ούτε ψωμί, τίποτα. Είχαμε αρρώστιες. Εκεί όμως μεγάλωσα καταπληκτικά, αναλογικά με τις δυνατότητες που είχαμε. Αυτό έμαθα. Σεβασμό και προσοχή στον άνθρωπο. Ειρήνη στον κόσμο, να προσέχεις τον συνάνθρωπό σου, αυτό το γράφει και η Βίβλος.
Η φιλοσοφία μου είναι ότι η ζωή κρατάει 70 ή 80 χρόνια. Αν ήταν καλή, αυτό σημαίνει ότι χρειάστηκε σκληρή δουλειά. Γιατί κάνει κανείς πόλεμο; Πετάξτε τα όπλα και δώστε στους Αφρικανούς (που ζουν στη ζώνη του Ζαΐρ) και δεν έχουν τίποτα, ούτε νερό. Δώστε τα λεφά εκεί και μην τα δίνετε για άρματα μάχης. Κανονικά οι άνθρωποι που κυβερνούν δεν είναι ανόητοι. Θα έπρεπε να πουν.
Ένα λεπτό, παιδιά, είναι απαραίτητο; Ο πόλεμος, πρέπει να πυροβολεί ο ένας τον άλλο; Μια μέρα θα βρεθείτε ενώπιον του Θεού και θα ρωτήσει τι κάνατε αυτή τη μικρή στιγμή της αιωνιότητας; Θα πείτε ότι ρίχνατε μόμβες ο ένας στο σπίτι του άλλου; Καλά, τρελαθήκατε; Όλοι είναι ευφυείς για να πουν, έξω τα όπλα, δώστε στους ανθρώπους να φάνε. Θα μπορούσαμε να ζούμε καλά όλοι».
Για την αγαπημένη του ομάδα: «Ναι, εκεί που ήμουν κάποτε προπονητής, εκεί συναντιόμαστε ακόμα με ανθρώπους της ηλικίας μου. Λέγεται Χελένε Έσεν. Είναι ομάδα ανθρακορύχων, όλοι άνω των 80 ετών και μοιραζόμαστε ιστορίες από τα παλιά».
Αν θα μπορούσε να γίνει το ελληνικό πρωτάθλημα σαν τα κορυφαία: «Ναι, αν υπάρξουν συγκυρίες. Εγώ πιστεύω στις συγκυρίες, όταν βλέπουμε κάποιους παίκτες να μεγαλώνουν, για παράδειγμα αυτό που σας είπα προηγουμένως, ψάχνουμε τη φωνή, μια Μαρία Κάλλας. Ψάχνουμε μια νέα, αλλά δεν υπάρχει αυτή η φωνή. Ένας Παβαρότι, ένας Πλασίντο Ντομίνγκο. Μετά οι παίκτες της Μπάγερν όπως ο Μπεκενμπάουερ. Υπάρχουν άλλοι καλοί, δεν βγαίνουν όμως νέοι. Υπάρχουν ο Μέσι και ο Μαραντόνα, αλλά δεν υπάρχουν ο επόμενος Μέσι και Μαραντόνα ή ο Μπολτ ο δρομέας».
Για την ηλικία που ξεκίνησε το ποδόσφαιρο: «Δέκα. Οι ήρωες της νιότης μου ήταν το 1954. Η γερμανική ομάδα κατέκτησε το παγκόσμιο κύπελλο, νίκησε την Ουγγαρία του Πούσκας. Εκείνη την εποχή μεγάλωνα, εκείνοι ήταν οι ήρωές μου. Ήταν οι περισσότεροι στο Καϊζερσλάουτερν. Έγιναν φίλοι μου. Σε αυτή την ομάδα έπαιζα και μετά έγινα πρωταθλητής με αυτή την ομάδα. Ήμουν τυχερός. Μέσω του αθλητισμού γνώρισα τον κόσμο. Στο Μουντιάλ του Μεξικού το 1986 ήμουν σχολιαστής. Εκεί γνώρισα και τον Πλασίντο Ντομίνγκο εντελώς τυχαία. Πήγα μια κυρία στο αεροδρόμιο εντελώς τυχαία, εκείνη θα τον συναντούσε. Οι γονείς του είναι Μεξικανοί. Από τότε γνωριστήκαμε και γίναμε φίλοι».
Για τη γνωριμία του με τη Μαρία Κάλλας σε τυχαία πτήση: «Το 1962, ένα χρόνο πριν ξεκινήσει η Bundesliga. Είχα πρόταση από τη Χέρτα Βερολίνου. Πετούσα από το Έσσεν για το Βερολίνο. Πετούσε μαζί μας η Μαρία Κάλας. Πήγα και της ζήτησα αυτόγραφο. Ήταν κάτι παραπάνω από φιλική, με τα λίγα αγγλικά που μιλούσα. Δεν ήταν ντίβα. Παρακολουθούσα πάντα τι έκανε».